- σακτισμός
- ο, Ν(στον ινδουισμό) η λατρεία τής θεάς Σάκτι, ως τής θείας βούλησης, ως Μεγάλης Μητέρας η οποία απαιτεί πλήρη υποταγή, ως δύναμης η οποία υπάρχει σε κατάσταση ύπνωσης σε κάθε σώμα, λατρεία που, μαζί με τον βισνουισμό και τον σιβαϊσμό, αποτελεί μια από τις κυριότερες μορφές τού σύγχρονου ινδουισμού.[ΕΤΥΜΟΛ. < αγγλ. saktism < shakti / shakti «δημιουργική δύναμη φύσης» (< αρχ. ινδ. sakti < saknoti «αυτός είναι δυνατός, ικανός») + κατάλ. -ism].
Dictionary of Greek. 2013.